Τμήματα

Ποια είναι η λειτουργία των νυχιών

Τα νύχια μαζί με τους ιδρωτοποιούς αδένες, τους σμηγματογόνους αδένες και τις τρίχες αποτελούν τα εξαρτήματα του δέρματος.

Τα νύχια προστατεύουν τις άπω φάλαγγες από τραυματισμούς, βοηθούν κατά την εκτέλεση κινήσεων σύλληψης αντικειμένων, βελτιώνουν την αίσθηση της αφής και την εμφάνιση των άκρων. Αλλοιώσεις στη μορφολογία αυτών, που οδηγεί σε κοσμητικά προβλήματα, καθώς και συμπτώματα, όπως πόνος τοπικά, οδηγούν τον ασθενή σε αναζήτηση ιατρικής βοήθειας.

ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΚΑΙ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΟΝΥΧΟΣ

Τα βασικά μέρη του όνυχος είναι: η μήτρα, η κοίτη, οι πλάγιες ονυχιαίες πτυχές, η εγγύς ονυχιαία πτυχή και το υπονύχιο.

Η μήτρα του όνυχος είναι το βλαστικό επιθήλιο, από το οποίο κερατινοκύτταρα διαφοροποιούνται για να σχηματίσουν τελικά την ονυχιαία πλάκα. Συνήθως δεν είναι εμφανής, γιατί καλύπτεται από την εγγύς ονυχιαία πτυχή, εκτός από ένα μικρό τμήμα της, που είναι πολλές φορές  ορατό, σε σχήμα μισοφέγγαρου και ονομάζεται μηνίσκος.

Η ανάπτυξη των ονύχων γίνεται με αρκετά αργούς ρυθμούς. Η πλήρης αντικατάσταση της ονυχιαίας πλάκας των άκρων χειρών από νέα απαιτεί περίπου 6 μήνες και των άκρων πόδων 12-18 μήνες.  Ο ρυθμός μειώνεται με την αύξηση της ηλικίας και σε παρουσία αγγειακής νόσου. Η ανάπτυξη των ονύχων αναστέλλεται μερικώς ή πλήρως σε περιπτώσεις συστηματικής νόσου, τραυματισμού ή λήψης ορισμένων φαρμάκων.

Η κοίτη του όνυχα βρίσκεται κάτω από την ονυχιαία πλάκα και εκτείνεται εγκάρσια ανάμεσα στις δύο πλάγιες ονυχιαίες πτυχές και επιμήκως από το μηνίσκο μέχρι το υπονύχιο. Συμμετέχει στην ομαλή ανάπτυξη της ονυχιαίας πλάκας. Οποιαδήποτε επέμβαση στην κοίτη του όνυχα μπορεί να επιπλακεί με ήπια ονυχόλυση και σπάνια μόνιμη ονυχιαία δυστροφία. Διαθέτει πλούσιο αγγειακό δίκτυο, το οποίο προσδίδει το ροδαλό χρώμα, που είναι ορατό διαμέσου της στέρεα προσκολλημένης και διαφανής ονυχιαίας πλάκας.

Η εγγύς ονυχιαία πτυχή και οι πλάγιες είναι γνωστές ως παρωνύχιο. Ο ρόλος τους έγκειται στην προστασία της ονυχιαίας πλάκας και στην ανάπτυξη του όνυχα προς τη σωστή κατεύθυνση. Το υπονύχιο βρίσκεται κάτω από το ελεύθερο άκρο της ονυχιαίας πλάκας και αποτελεί συνέχεια του δέρματος της παλάμης. Βοηθά προστατεύοντας τον όνυχα από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Βλάβη του υπονυχίου οδηγεί συνήθως σε ονυχόλυση και διείσδυση παθογόνων μικροοργανισμών, που υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν μπορούν να διαπεράσουν την κερατίνη. Το παρωνύχιο, το υπονύχιο και η κοίτη του όνυχα αποκαλούνται μαζί περιωνύχιο.

Αύλακες του Beau και ονυχομάδηση: Οι αύλακες του Beau είναι εγκάρσιες αύλακες, οι οποίες προκύπτουν  από την προσωρινή αναστολή του πολλαπλασιασμού των κυττάρων της εγγύς μήτρας. Η αποκόλληση της ονυχιαίας πλάκας από την εγγύς ονυχιαία πτυχή καλείται ονυχομάδηση και οφείλεται σε πιο σοβαρή και παρατεταμένη προσβολή της μήτρας του όνυχα.

Οι αιτίες των δύο παραπάνω παθολογικών καταστάσεων είναι:

  • Τοπικός τραυματισμός
  • Τοπική δερματική νόσος (δερματίτιδα, παρωνυχία)
  • Φάρμακα (ρετινοειδή, χημειοθεραπευτικοί παράγοντες)
  • Ιογενείς λοιμώξεις
  • Πέμφιγα
  • Νόσος Κawasaki (είδος αγγειίτιδας)

Σπάνια ιδιοπαθείς ή οικογενείς αιτίες ονυχομάδησης έχουν αναφερθεί.

Επιμήκεις αύλακες: Εστιακή πίεση στη μήτρα του όνυχα από όγκους που εντοπίζονται στην εγγύς ονυχιαία πτυχή ή στην κοίτη μπορούν να αποτελέσουν την αιτία σχηματισμού επιμήκων αυλάκων.

Θα πρέπει να διακρίνονται από τις φυσιολογικές αύλακες, που επιτείνονται στον ομαλό λειχήνα, στη ρευματοειδή αρθρίτιδα, σε περιφερική αγγειακή νόσο, σε άτομα μεγάλης ηλικίας και στη νόσο Darier.

Ονυχόρρηξη: Ονομάζεται η εκσήμανση των επιμήκων ακρολοφιών και αυλακώσεων της ονυχιαίας πλάκας. Ένας βαθμός ονυχόρρηξης υπάρχει σχεδόν πάντα στους όνυχες των ηλικιωμένων, ως φυσιολογικό φαινόμενο.

Ονυχόσχαση: Αποτελεί συχνή αλλοίωση της ονυχιαίας πλάκας και έγκειται στον εγκάρσιο, φυλλώδη διαχωρισμό  των κερατινοκυττάρων του ελεύθερου άκρου της. Οφείλεται στην εξασθένιση των συνεκτικών μεσοκυττάριων συνδέσεων.

Βοθρία: Αποτελούν μικρά εντυπώματα και προκαλούνται από εστιακή παθολογική κερατινοποίηση της  μήτρας με αποτέλεσμα τη δημιουργία παρακερατωσικών κυττάρων, τα οποία εύκολα αποπίπτουν.

Τραχυωνυχία: Η τραχυωνυχία αποτελεί μια διαταραχή των ονύχων που χαρακτηρίζεται από τραχύτητα, εξεσημασμένες επιμήκεις αύλακες, βοθρία, λέπτυνση του επωνυχίου και ευθραστότητα. Προκύπτει από πολλαπλές εστίες παθολογικής κερατινοποίησης της εγγύς μήτρας  του όνυχα.

Η τραχυωνυχία που προσβάλλει σχεδόν όλους τους όνυχες καλείται και δυστροφία 20 ονύχων. Εμφανίζεται κυρίως στην παιδική ηλικία και μπορεί να είναι ιδιοπαθής ή να σχετίζεται με άλλα δερματικά νοσήματα όπως ψωρίαση, ομαλό λειχήνα, γυροειδή αλωπεκία και ατοπικό έκζεμα. Στο 50% των παιδιών η νόσος υποχωρεί αυτόματα μέσα στα επόμενα χρόνια.

Λευκωνυχία: Η λευκωνυχία είναι αποτέλεσμα διαταραχής κερατινοποίησης της μήτρας με ενσωμάτωση παρακερατωσικών κυττάρων στην ονυχιαία πλάκα. Κλινικά υπάρχουν λευκωπές πλάκες ή γραμμές. Η στικτή λευκωνυχία προκαλείται συνήθως λόγω μικροτραυματισμών της μήτρας και παρατηρείται συχνά στους όνυχες των άκρων χειρών της παιδικής ηλικίας.

Επιμήκης μελανωνυχία: Επιμήκης μελανωνυχία ονομάζεται η μερική μελανόφαιη απόχρωση του όνυχα  και οφείλεται στην παρουσία μελανίνης στην ονυχιαία πλάκα. Μπορεί να εμφανιστεί σαν μεμονωμένη γραμμή σε ένα μόνο όνυχα ή σαν πολλαπλές μελανές γραμμώσεις σε περισσότερους από έναν όνυχες.

Το σημείο του Hutchinson  είναι η περιωνύχια εξάπλωση της υπέρχρωσης στην εγγύς και στις πλάγιες ονυχιαίες πτυχές. Η παρουσία του αυξάνει την πιθανότητα μελανώματος στην περιοχή. Μπορεί επίσης να εμφανιστεί σε περιπτώσεις εφηλίδας, σπίλου και άλλων καλοήθων καταστάσεων, όπως στο σύνδρομο Laugier-Hunziker ή και σε λήψη κάποιων φαρμάκων.

Η ιστολογική εξέταση δείχνει ότι η επιμήκης μελανωνυχία είναι αποτέλεσμα αυξημένης δραστηριότητας ή υπερπλασίας των μελανινοκυττάρων της μήτρας.

Επιμήκης ερυθρονυχία:  Πρόκειται για παρουσία γραμμών ρόδινου ή ερυθρού χρώματος στην άνω επιφάνεια της ονυχιαίας πλάκας, που αποτελούν περιοχές λέπτυνσης και μεγαλύτερης διαφάνειας αυτής. Οφείλεται σε τοπική διαταραχή της λειτουργίας της εγγύς μήτρας.

Σχισμοειδείς αιμορραγίες εμφανίζονται συχνά σε έδαφος επιμήκους ερυθρονυχίας. Η κατά τόπους λέπτυνση της ονυχιαίας πλάκας την καθιστά ευάλωτη σε μικροτραυματισμούς κατά τη διάρκεια των καθημερινών δραστηριοτήτων με αποτέλεσμα την εμφάνιση μικροαιμορραγικών εστιών και συνοδό υπερκεράτωση του υπονυχίου.

Η εντοπισμένη (σε ένα μόνο δάχτυλο) επιμήκης ερυθρονυχία αφορά ένα μόνο νύχι και μπορεί να σχετίζεται με καλοήθεις ή και κακοήθεις όγκους του όνυχα όπως: θήλωμα, ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα, αμελανωτικό μελάνωμα και γλομαγγείωμα.

Η επιμήκης ερυθρονυχία, που προσβάλλει περισσότερους όνυχες, σχετίζεται συνήθως με συστηματικά νοσήματα όπως ομαλό λειχήνα, νόσο Darier, συστηματική αμυλοείδωση, ημιπληγία, ακανθολυτική πομφολυγώδη επιδερμόλυση.Η ανάγκη για βιοψία της βλάβης εξαρτάται από των αριθμό των προσβεβλημένων ονύχων και τα συνοδά συμπτώματα ή συνοδές παθολογικές καταστάσεις. Συνήθως είναι απαραίτητη στην περίπτωση προσβολής ενός όνυχα.

Σχισμοειδείς αιμορραγίες: Οι σχισμοειδείς  αιμορραγίες εμφανίζονται ως ερυθρές ή μαύρες επιμήκεις γραμμώσεις κάτω από την ονυχιαία πλάκα. Αντιπροσωπεύουν ρήξη των επιμήκως κείμενων τριχοειδών της κοίτης του όνυχα. Οι πιο κοινές αιτίες αποτελούν ο τραυματισμός και η ψωρίαση. Παρ’ όλα αυτά μπορούν να συνοδεύουν χρόνιες δερματικές παθήσεις, όπως τον ομαλό λειχήνα και τη νόσο Darier και σπανιότερα συστηματικά νοσήματα, όπως λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα, νόσο του συνδετικού ιστού, αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο και χρόνια νεφρική ανεπάρκεια.

Ονυχόλυση: Ως ονυχόλυση ορίζεται η αποκόλληση της ονυχιαίας πλάκας από την κοίτη της. Το λευκωπό  χρώμα της βλάβης οφείλεται στην είσοδο αέρα κάτω από την ονυχιαία πλάκα. Σχετίζεται με πολλές καταστάσεις, όπως τραυματισμό, διαβροχή, ψωρίαση, ομαλό λειχήνα, φάρμακα, ονυχομυκητίαση, αλλεργική ή ερεθιστική εξ’ επαφής δερματίτιδα. Σε περιπτώσεις χρόνιας αδιάγνωστης ονυχόλυσης το υπονύχιο ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα πρέπει να μπαίνει στη φαρέτρα της διαφοροδιάγνωσης. Η ονυχόλυση αποτελεί πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη δευτεροπαθώς υπονύχιων λοιμώξεων από μύκητες, όπως Candida albicans ή από βακτήρια, όπως ψευδομονάδα και χρυσίζων σταφυλόκοκκος. Σε υποψία αυτών ίσως χρειαστεί καλλιέργεια με στόχο τη χορήγηση της κατάλληλης αντιμυκητιασικής ή αντιβακτηριακής αγωγής.

Υπονύχια υπερκεράτωση: Υπονύχια υπερκεράτωση είναι η συσσώρευση κάτω από την ονυχιαία πλάκα μεγάλης ποσότητας κερατινοκυττάρων, τα οποία παράγονται από παθολογική δραστηριότητα της κοίτης και του υπονυχίου. Οι πιο συνήθεις αιτίες περιλαμβάνουν την ψωρίαση, την ονυχομυκητίαση, τον τραυματισμό και το έκζεμα.

Ονυχογρύπωση: Η ονυχογρύπωση  αποτελεί μια επίκτητη διαταραχή της ονυχιαίας πλάκας κυρίως του μεγάλου δακτύλου του άκρου ποδός, η οποία καθίσταται υπερτροφική, παχιά, φαιοκίτρινη με μεγάλη αύξηση του μήκους της. Είναι πιο συχνή σε ηλικιωμένα άτομα.

Ο όρος ονυχομυκητίαση αναφέρεται σε προσβολή των ονύχων από κάποιο μύκητα, συμπεριλαμβανομένων των δερματοφύτων, των ζυμομυκήτων (κάντιντα) και άλλων νηματοειδών μυκήτων.

Η δερματοφυτική ονυχομυκητίαση εμφανίζεται με 3 κύριες κλινικές μορφές: την εγγύς υπονύχια, την περιφερική και τη λευκή επιφανειακή ονυχομυκητίαση.

Μπορεί να προσβληθούν ένας ή περισσότεροι όνυχες του άκρου ποδός (όπου και οι μυκητιασικές λοιμώξεις είναι συχνότερες) ή της άκρας χειρός, αλλά πολύ σπάνια όλοι.

Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με ονυχομυκητίαση;

  • Μεγάλη ηλικία
  • Κολύμβηση
  • Δερματοφυτία άκρου ποδός
  • Ψωρίαση
  • Σακχαρώδης διαβήτης
  • Ανοσοκαταστολή
  • Γενετική προδιάθεση
  • Συμβίωση με άτομα, που πάσχουν από ονυχομυκητίαση

Ποιοι είναι οι τύποι της δερματοφυτικής ονυχομυκητίασης

Α) Περιφερική ονυχομυκητίαση:

Το νύχι του μεγάλου δακτύλου του άκρου ποδός είναι αυτό, που συνήθως προσβάλλεται πρώτο, αλλά όλα τα νύχια είναι εξίσου ευάλωτα. Η μυκητίαση εκδηλώνεται με την παρουσία δυσχρωμίας της γωνίας του όνυχα, εγγύς της πλάγιας ονυχιαίας πτυχής και σταδιακά εξαπλώνεται σε όλο το εύρος της ονυχιαίας πλάκας εκτεινόμενη προς το επωνύχιο. Κεράτινο υλικό συσσωρεύεται μεταξύ της ονυχιαίας πλάκας και της κοίτης και είναι υπεύθυνο για τη δυσχρωμία. Περιφερικό τμήμα της ονυχιαίας πλάκας αποκολλάται και αποπίπτει αποκαλύπτοντας την κοίτη του νυχιού. Η κλινική αυτή εικόνα επιμένει, αν δε γίνει κατάλληλη θεραπεία.

Β) Εγγύς υπονύχια ονυχομυκητίαση:

Αυτός ο τύπος είναι σχετικά σπάνιος. Ξεκινά και εξελίσσεται παρόμοια με την περιφερική ονυχομυκητίαση. Η διαφορά τους έγκειται, όπως υποδηλώνεται άλλωστε και από τα ονόματά τους, ότι εδώ η προσβολή ξεκινά από το εγγύς τμήμα του νυχιού, που γειτνιάζει με το επωνύχιο. Εμφανίζεται συνήθως σε άτομα με σοβαρή ανεπάρκεια του ανοσιακού συστήματος, όπως σε ασθενείς με AIDS.

Γ) Λευκή επιφανειακή ονυχομυκητίαση:

Ο συχνότερα ενοχοποιούμενος μύκητας είναι το δερματόφυτο Τ.mentagrophytes, παρ’ όλο που αναφέρονται και περιπτώσεις απομόνωσης του T.rubrum. Το χαρακτηριστικό κλινικό σημείο της είναι η παρουσία λευκωπών, εύθρυπτων περιοχών στην επιφάνεια της ονυχιαίας πλάκας ενός ή περισσοτέρων ονύχων. Αν δε θεραπευτεί, η προσβολή επεκτείνεται φυγόκεντρα και ίσως καταλάβει όλη την επιφάνεια της ονυχιαίας πλάκας.

Εκτός από τα δερματόφυτα ποιοι άλλοι μύκητες μπορούν να προκαλέσουν ονυχομυκητίαση;

Οι ζυμομύκητες με συχνότερο την candida albicans. Ενώ η ονυχομυκητίαση των άκρων πόδων από ζυμομύκητα είναι σπάνια, δε συμβαίνει το ίδιο και για τις ονυχομυκητιάσεις των άκρων χειρών, κυρίως σε έδαφος τραυματισμένου όνυχος.

Ποιες είναι οι αλλοιώσεις που προκαλεί η candida στα νύχια μας;

Η καντιντιασική ονυχία είναι πιο συχνή στα χέρια των νοικοκυρών, λόγω της συνεχής διαβροχής αυτών. Η εικόνα του νυχιού παρουσιάζει τις παρακάτω αλλοιώσεις:

  • Πράσινο χρώμα όνυχος
  • Ονυχόλυση (αποκόλληση όνυχος από την κοίτη του)
  • Ερυθρότητα στο περιωνύχιο (στο δέρμα γύρω από το νύχι)
  • Εγκάρσιες αύλακες
  • Ευθραστότητα νυχιού

Αν κάποια αλλοίωση παρατηρηθεί στο νύχι μας οφείλεται απαραίτητα σε κάποιον μύκητα;

Προσοχή: Πολλές ονυχιαίες δυστροφίες, που προκαλούν παθήσεις όπως η ψωρίαση, ο ομαλός λειχήνας, η σιδηροπενία, το έκζεμα αλλά και η μεγάλη ηλικία είναι δύσκολο να διαφοροδιαγνωστούν από την ονυχομυκητίαση. Έτσι διαγιγνώσκονται λανθασμένα ως μυκητιασικές προσβολές και θεραπεύονται με μακροχρόνιες και επιβαρυντικές για τον οργανισμό συστηματικές θεραπείες. Οι περισσότερες μελέτες δείχνουν ότι μόνο για ένα ποσοστό 50-60% (ίσως και μικρότερο, όπως διδάσκει η κλινική μου εμπειρία) ονυχιαίων δυστροφιών οφείλεται κάποιος μύκητας.

Παρακάτω απεικονίζονται ονυχίες, που δεν οφείλονται σε κάποιο μύκητα, αλλά σε άλλες δερματολογικές παθήσεις και μπορούν να προκαλέσουν σύγχυση σε ασθενή και ιατρό.

Γι’ αυτό είναι σημαντικό, όταν υπάρχει υποψία μυκητίασης να επιβεβαιώνεται με παρακλινικό (εργαστηριακό) έλεγχο. Η άμεση μικροσκόπηση ρινισμάτων ονύχων, η καλλιέργεια σε ειδικά θρεπτικά υποστρώματα καθώς και η ιστοπαθολογική εξέταση ιστοτεμαχίου της βλάβης είναι μερικές από τις συνήθεις παρακλινικές εξετάσεις, βοηθητικές για την επιβεβαίωση ή τον αποκλεισμό της κλινικής διάγνωσης.

Πώς θεραπεύεται η ονυχομυκητίαση;

Η θεραπεία για τις περισσότερες μορφές ονυχομυκητίασης είναι η ίδια. Οι παραδοσιακές τοπικές θεραπείες (λάκκα, αλοιφή) προσφέρουν γενικά φτωχά αποτελέσματα στην αντιμετώπιση της λοίμωξης. Ακόμα όμως και οι από του στόματος αντιμυκητιασικές αγωγές σχετίζονται με υψηλό κίνδυνο αποτυχίας ή υποτροπής.

Ποια είναι η συστηματική θεραπεία της ονυχομυκητίασης;

Όταν οι ασθενείς χρειάζονται και επιθυμούν θεραπεία, αντιμετωπίζεται η μυκητίαση τους ως δερματοφυτική με τη χορήγηση από του στόματος τερμπιναφίνης, διότι σύμφωνα με δεδομένα μελετών αυτή έχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες.

Η από του στόματος χορήγηση ιτρακοναζόλης φαίνεται να δρα πιο αποτελεσματικά ως αρχική θεραπεία σε μη δερματοφυτικές ονυχομυκητιάσεις και σε μυκητιάσεις ζυμομυκήτων.

Απαραίτητος είναι ο έλεγχος των αμινοτρανσφερασών (ένζυμα ενδεικτικά της λειτουργίας του ήπατος) σε όλους τους ασθενείς πριν την έναρξη συστηματικής θεραπείας με τερμπιναφίνη, ιτρακοναζόλη και φλουκοναζόλη. Δε συνίσταται έλεγχος σε άτομα, που θα ξεκινήσουν σχήματα θεραπείας με εβδομαδιαία λήψη φλουκοναζόλης ή ώσεις ιτρακοναζόλης.

Ποια είναι η τοπική θεραπεία της ονυχομυκητίασης;

Αντιμυκητιασικοί παράγοντες με τη μορφή λάκκας χρησιμοποιούνται με στόχο την τοπική διείσδυση του φαρμάκου μέσα στο νύχι. Οι αντιμυκητιασικές κρέμες έχουν ακόμα πιο μειωμένη αποτελεσματικότητα λόγω της φτωχής διείσδυσης στην ονυχιαία πλάκα.

Ποια είναι τα γενικά μέτρα περιποίησης των ονύχων με ονυχομυκητίαση;

Λεπτά, δυστροφικά νύχια, λόγω ονυχομυκητίασης, καθιστούν δύσκολη την περιποίησή τους με αποτέλεσμα να προκαλούν πόνο κατά τη βάδιση. Η απομάκρυνση της υπερκεράτωσης μπορεί να βελτιώσει τέτοιου είδους συμπτώματα. Η ουρία αποτελεί έναν κερατολυτικό παράγοντα, χρήσιμο για την απομάκρυνση της υπερκεράτωσης και τη λέπτυνση της ονυχιαίας πλάκας τόσο στους ασθενείς, που αρνούνται ή διακόπτουν τη θεραπεία όσο και σε αυτούς που συνεχίζουν με αυτήν.

Πώς μπορούμε να προλάβουμε την ονυχημυκητίαση;

Η αποφυγή ονυχομυκητίασης μπορεί πολλές φορές να αποφευχθεί τηρώντας τα παρακάτω μέτρα:

  • Φροντίζετε τα πόδια σας να είναι καθαρά και στεγνά (οι μύκητες αναπτύσσονται σε θερμό και υγρό περιβάλλον)
  • Αποφεύγετε να χρησιμοποιείται κοινά αντικείμενα περιποίησης ονύχων, όπως λίμες και ψαλίδια
  • Φοράτε αδιάβροχα υποδήματα, όταν χρησιμοποιείτε ντουζιέρες σε χώρους εκτός του σπιτιού σας.

Ψωρίαση: Η ψωρίαση είναι μια δερματική πάθηση με πολύ συχνές εκδηλώσεις από τους όνυχες.

Τα πιο συχνά κλινικά χαρακτηριστικά των ψωριασικών ονύχων είναι:

  • Βοθρία ονύχων: Τα βοθρία αποτελούν την πιο συχνή αλλοίωση των ψωριασικών ονύχων. Προκύπτουν από εστιακές διαταραχές κερατινοποίησης της μήτρας του όνυχος. Τα βοθρία είναι συνήθως ακανόνιστα, βαθιά και τυχαία κατανεμημένα στην επιφάνεια της ονυχιαίας πλάκας.
  • Κηλίδα ελαίου: Πρόκειται για ακανόνιστες περιοχές με κίτρινο ή ροζ χρώμα στην κοίτη του όνυχα, απότοκες της φλεγμονής της περιοχής και ορατές διαμέσου της ονυχιαίας πλάκας
  • Ονυχόλυση: Προκύπτει από το διαχωρισμό της ονυχιαίας πλάκας από την υποκείμενη φλεγμαίνουσα κοίτη αυτής. Ερύθημα και σχισμοειδείς αιμορραγίες σχετίζονται συχνά με την ονυχόλυση. Πολλές φορές η ονυχόλυση και η υπονύχια υπερκεράτωση αποτελούν τις μοναδικές εκδηλώσεις της ψωρίασης των μεγάλων ονύχων των κάτω άκρων.

Άλλες κλινικές εκδηλώσεις ψωριασικών ονύχων αποτελούν η παρωνυχία, η λευκωνυχία, το ερύθημα του μηνίσκου και η τραχειωνυχία.

Η ψωρίαση των ονυχιαίων πτυχών εκδηλώνεται ως χρόνια παρωνυχία.

Κάποιες φορές ενδείκνυται η διενέργεια μυκητολογικού ελέγχου του πάσχοντος όνυχα με στόχο τη διαφοροδιάγνωση ψωρίασης και ονυχομυκητίασης, ειδικά αν οι βλάβες περιορίζονται στον όνυχα του μεγάλου δαχτύλου του άκρου ποδός. Δεν είναι λίγες όμως και οι φορές που οι δύο παθήσεις συνυπάρχουν.

Ομαλός λειχήνας: Ο ομαλός λειχήνας είναι μια φλεγμονώδης κατάσταση, αγνώστου αιτιολογίας, που προσβάλλει το δέρμα, τους βλεννογόνους, τους τριχικούς θυλάκους και τους όνυχες.

Περίπου στο 10-25% των ασθενών με ομαλό λειχήνα, παρατηρείται και προσβολή των ονύχων. Αυτό συμβαίνει κυρίως στους ενήλικες και τυπικά προσβάλλει πολλούς όνυχες ταυτόχρονα.

Τα κλινικά χαρακτηριστικά των ονύχων στον ομαλό λειχήνα ποικίλουν ανάλογα με την εντόπιση της βλάβης. Η προσβολή της μήτρας οδηγεί σε λέπτυνση της ονυχιαίας πλάκας, επιμήκη ρήξη αυτής, τραχειωνυχία, ερύθημα του μηνίσκου, μεταφλεγμονώδη υπερμελάγχρωση της εγγύς ονυχιαίας πτυχής και επιμήκη μελανωνυχία. Η προσβολή της κοίτης του όνυχα συνήθως συνυπάρχει με προσβολή της μήτρας και εκδηλώνεται κλινικά με ονυχόλυση και υπονύχια υπερκεράτωση.

Ο ομαλός λειχήνας των ονύχων συνήθως διαγιγνώσκεται κλινικά, αλλά αν υπάρχει αμφιβολία στη διάγνωση, μπορεί να διενεργηθεί βιοψία της μήτρας ή και της κοίτης.

Η θεραπεία περιλαμβάνει την ενδοβλαβική ή συστηματική χορήγηση κορτικοστεροειδών. Η συστηματική χορήγηση προτιμάται σε περιπτώσεις ταχείας εξέλιξης της νόσου ή σε προσβολή περισσοτέρων των 3 ονύχων.

Γυροειδής αλωπεκία: Η προσβολή των ονύχων παρατηρείται στο 50% των παιδιών και στο 20% των ενηλίκων με γυροειδή αλωπεκία. Οι παρατηρούμενες αλλοιώσεις των ονύχων περιλαμβάνουν διάστικτο ερύθημα στο μηνίσκο, επιμήκεις αύλακες ή τραχειωνυχία και βοθρία. Μπορεί να προσβάλλουν έναν ή περισσότερους όνυχες και συνήθως εκδηλώνονται σε σοβαρές περιπτώσεις της νόσου.

Οι αλλοιώσεις των ονύχων είναι συνήθως σταθερές και βελτιώνονται αυτόματα μετά από μακροχρόνιο διάστημα. Τα τοπικά κορτικοστεροειδή ή η ενδοβλαβική έγχυση αυτών (μέσα στην εγγύς ονυχιαία πτυχή) μπορεί να βοηθήσουν σε επίμονες περιπτώσεις, που δεν παρουσιάζουν καμία βελτίωση.

Νόσος DarierΗ νόσος Darier, γνωστή και ως θυλακική κεράτωση, είναι μια κληρονομική πάθηση, που χαρακτηρίζεται από την παρουσία υπερκερατωσικών βλατίδων σε σμηγματορροϊκές περιοχές (πρόσωπο, τριχωτό κεφαλής, ράχη, στέρνο, πτυχές). Περίπου στο 90% των ασθενών παρατηρείται προσβολή των ονύχων.

Οι όνυχες των άκρων χειρών προσβάλλονται συχνότερα από τους άκρους πόδες. Η προσβολή της μήτρας οδηγεί σε ευθραστότητα της ονυχιαίας πλάκας, σχημαστισμό βοθρίων και παρουσία λευκωπών και ερυθρών επιμήκων γραμμώσεων. Η προσβολή της κοίτης έχει σαν αποτέλεσμα την υπονύχια υπερκεράτωση.

Σαρκοείδωση: Η προσβολή των ονύχων είναι σπάνια σε ασθενείς με σαρκοείδωση. Οι κλινικές εκδηλώσεις περιλαμβάνουν κίτρινο χρώμα ονύχων και δυστροφία αυτών, συχνά σχισμοειδείς αιμορραγίες, βοθρία, υπονύχια υπερκεράτωση και επώδυνη παρωνυχία.

ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΟΝΥΧΩΝ ΣΕ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ

Οι αλλοιώσεις των ονύχων στα συστηματικά νοσήματα συνήθως προσβάλλουν τους περισσότερους ή όλους τους όνυχες. Σημεία παροδικής διαταραχής της ανάπτυξης των ονύχων όπως οι αύλακες του Beau και η ονυχομάδηση σχετίζονται με καταστάσεις, όπως υψηλό πυρετό, ιογενείς λοιμώξεις και νόσο Kawasaki.

Mόνιμες ή πιο μακροχρόνιες διαταραχές, που αφορούν το σχήμα, το πάχος ή το χρώμα της ονυχιαίας πλάκας και σχετίζονται με συστηματικά νοσήματα περιλαμβάνουν  το σύνδρομο των κίτρινων ονύχων, την κοιλωνυχία, την πληκτροδακτυλία και την θυρεοειδική ακροπάθεια.

Σύνδρομο του κίτρινου όνυχα: Το σύνδρομο αυτό χαρακτηρίζεται από την τριάδα: πνευμονική νόσος, λεμφοίδημα και αργά αναπτυσσόμενους, κίτρινους όνυχες, στους οποίους δε διακρίνεται ο μηνίσκος και λείπει το επωνύχιο. Οι όνυχες σταδιακά λεπταίνουν, γίνονται διαφανείς και κυρτοί, ενώ οίδημα του περιωνυχίου και ονυχόλυση μπορεί επίσης να εκδηλωθούν.

Πληκτροδακτυλία: Στην πληκτροδακτυλία αυξάνεται το μέγεθος, το εύρος και η κατά μήκος και κατά πλάτος κυρτότητα της ονυχιαίας πλάκαςΥπάρχει επίσης υπερτροφία των ιστών των μαλακών μορίων των τελικών φαλάγγων με σκληρή σύσταση και συνήθως κυανή χροιά. Η γωνία που σχηματίζεται μεταξύ της ονυχιαίας πλάκας και της εγγύς ονυχιαίας πτυχής είναι > 180ο στην πληκτροδακτυλία, ενώ <160ο στους φυσιολογικούς όνυχες.

Η πληκτροδακτυλία μπορεί να είναι κληρονομική ή επίκτητη.

Η επίκτητη αμφοτερόπλευρη πληκτροδακτυλία είναι ο πιο συχνός τύπος. Ξεκινά συνήθως από το δείκτη και τον αντίχειρα και σχετίζεται με πνευμονικές και καρδιαγγειακές παθήσεις. Λιγότερο συχνά παρατηρείται σε φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, κίρρωση ήπατος και νεοπλάσματα του γαστρεντερικού σωλήνα.

Θυρεοειδική ακροπάθεια: Η θυρεοειδική ακροπάθεια είναι μια σπάνια εκδήλωση της νόσου του Graves και χαρακτηρίζεται από πληκτροδακτυλία, οίδημα των μαλακών ιστών των άκρων χειρών και πόδων και περιοστική αντίδραση. Σχετίζεται σχεδόν πάντα με θυρεοειδική δερματοπάθεια και εξόφθαλμο.

Κοιλωνυχία: Ονομάζεται η προς τα πάνω κοίλανση του ελεύθερου άκρου και των πλάγιων τμημάτων της ονυχιαίας πλάκας με αποτέλεσμα να μοιάζει με κουτάλι. Παρατηρείται σε έλλειψη σιδήρου (αναιμία), σε παθήσεις του θυρεοειδούς, ως επαγγελματική διαταραχή, αλλά μπορεί να είναι και ιδιοπαθής (αγνώστου αιτιολογίας).

Ίνωμα: Τα ονυχιαία ινώματα είναι όγκοι του συνδετικού ιστού, που προέρχονται συνήθως από τη μήτρα του όνυχα. Παρ’ όλα αυτά μπορεί να αναπτυχθούν στο υπονύχιο ή την εγγύς ονυχιαία πτυχή με επέκταση προς την επιφάνεια της ονυχιαίας πλάκας. Υπάρχουν διάφοροι τύποι ινωμάτων:

Επίκτητο περιωνύχιο ινοκεράτωμα: είναι ένας επίκτητος όγκος, που εμφανίζεται ως μικρού μεγέθους ασυμπτωματική βλάβη, στο χρώμα του δέρματος. Συνήθως αναπτύσσεται σε έδαφος μικροτραυματισμού.

Δερματοϊνωμα: είναι μια βλάβη, συνήθως ημισφαιρικού σχήματος, στο χρώμα του δέρματος, που εμφανίζεται αυτόματα ή σαν αντίδραση σε τραύμα.

Όγκος του Koenen (περιωνύχιο ίνωμα): πρόκειται για περιωνύχια ή υπονύχια ινώματα, που αναπτύσσονται περίπου στο 50% των ασθενών με οζώδη σκλήρυνση κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας ή της εφηβείας. Εμφανίζονται συχνότερα στα κάτω απ’ ότι στα άνω άκρα. Είναι ερυθηματώδεις, πολυποειδείς σχηματισμοί, συχνά πολλαπλοί και πολλές φορές προκαλούν επιμήκεις αύλακες στην ονυχιαία πλάκα, λόγω της πίεσης που ασκούν στη μήτρα.

Μυξοειδής κύστη του δακτύλου ή μυξοειδής ψευδοκύστη: τυπικά παρουσιάζεται ως ένα διαφανές οζίδιο στη ραχιαία επιφάνεια του δακτύλου, μεταξύ της άπω φαλαγγοφαλαγγικής άρθρωσης και της εγγύς ονυχιαίας πτυχής. Παθογενετικά προκύπτει από την εκφύλιση του συνδετικού ιστού και/ή από τη διαφυγή αρθρικού υγρού της άπω φαλαγγοφαλαγγικής άρθρωσης σε έδαφος οστεοαρθρίτιδας μέσω επικοινωνίας που δημιουργείται. Όταν η μυξοειδής κύστη υπέρκειται της μήτρας του όνυχα, παρατηρούνται επιμήκεις αύλακες στην επιφάνεια της ονυχιαίας πλάκας. Το υπερηχογράφημα και η μαγνητική τομογραφία βοηθούν στον αποκλεισμό ή την επιβεβαίωση της διάγνωσης σε περίπτωση κλινικής υποψίας. Το κανάλι επικοινωνίας μεταξύ της μυξοειδούς κύστης και της άπω φαλαγγοφαλαγγικής άρθρωσης είναι ορατό στη μαγνητική τομογραφία σε πάνω από το 80% των περιπτώσεων.

Ποικιλία θεραπειών χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της μυξοειδούς κύστης, όπως είναι η εφαρμογή σταθερής συμπίεσης, η κρυοθεραπεία, η ένεση σκληρυντικής ουσίας και η χειρουργική αφαίρεση.

Πυογόνο κοκκίωμα: είναι ένας καλοήθης αγγειακός όγκος, που εμφανίζεται ως ένα ταχέως εξελισσόμενο άμισχο ή πολυποειδές οζίδιο, το οποίο απαρτίζεται από ερυθρό, εύθρυπτο κοκκιωματώδη ιστό, που αιμορραγεί εύκολα. Μπορεί να εντοπίζεται στην ονυχιαία πτυχή ή υπονύχια και να διηθεί την ονυχιαία πλάκα. Τοπικός τραυματισμός και φάρμακα έχουν ενοχοποιηθεί για την ανάπτυξη υπονύχιου και περιωνύχιου πυογόνου κοκκιώματος.

Γλομαγγείωμα: είναι ένας σπάνιος καλοήθης όγκος, ο οποίος απαρτίζεται από λεία μυϊκά κύτταρα. Πρόκειται για μια ερυθρά έως κυανή βλάβη κάτω από την ονυχιαία πλάκα. Τα συμπτώματα που προκαλεί είναι παροξυσμοί πόνου, ευαισθησία στο κρύο και αίσθημα τάσης. Η διάγνωση τίθεται από την κλινική  εικόνα και το ιστορικό παροξυσμικού πόνου και ευαισθησίας στο κρύο.

Οι απεικονιστικές εξετάσεις με μαγνητική τομογραφία και υπερηχογράφημα είναι βοηθητικά στην επιβεβαίωση της κλινικής υποψίας και στην εκτίμηση του μεγέθους και της ακριβούς θέσης της βλάβης. Η θεραπεία του γλομαγγειώματος είναι χειρουργική. Η ιστολογική εξέταση του εξαιρεθέντος όγκου είναι απαραίτητη για την επιβεβαίωση της διάγνωσης.

ΚΑΚΟΗΘΕΙΣ ΟΓΚΟΙ ΟΝΥΧΩΝ

Ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα (ΑΚΚ): Το ΑΚΚ μαζί με το ΑΚΚ in situ αποτελούν τον πιο συχνό κακοήθη όγκο του όνυχα, εντοπιζόμενο συχνότερα στην κοίτη ή στις πλάγιες ονυχιαίες πτυχές. Το τραύμα, η έκθεση στην ακτινοβολία και η λοίμωξη από HPV 16 και 18 είναι προδιαθεσικοί παράγοντες για την ανάπτυξη του ΑΚΚ.

Τα κλινικά χαρακτηριστικά του ΑΚΚ είναι συνήθως μη ειδικά προκαλώντας συχνά καθυστέρηση στη διάγνωση. Το ΑΚΚ του υπονυχίου ή της πλάγιας ονυχιαίας πτυχής παρουσιάζεται ως υπερκεράτωση, εμμένουσα ονυχόλυση, επιμήκης ερυθρονυχία, μυρμηκιά, παρωνυχία, δυστροφία της ονυχιαίας πλάκας ή υπονύχια μάζα. Πάντα πρέπει να τίθεται η υποψία ΑΚΚ, όταν μια μυρμηκιώδης ή κερατωσική βλάβη της πλάγιας ονυχιαίας πτυχής επιμένει ή επανεμφανίζεται μετά από κρυοθεραπεία ή άλλη θεραπεία για κοινές μυρμηκιές.

Το κερατοακάνθωμα, μια σπάνια κλινική ποικιλία του ΑΚΚ, εμφανίζεται τυπικά ως επώδυνη ονυχόλυση, ερύθημα και οίδημα ή επώδυνη παρωνυχία. Συνήθως παρουσιάζει ταχεία ανάπτυξη.

Μια βλάβη ύποπτη για ΑΚΚ ή κερατοακάνθωμα πρέπει να εξετάζεται ιστολογικά.

Η θεραπεία του ΑΚΚ όνυχα συνίσταται στη χειρουργική αφαίρεση αυτού.

Μελάνωμα:  Το μελάνωμα όνυχος είναι σπάνιο. Αποτελεί το 1-3% του συνόλου των μελανωμάτων στη λευκή φυλή και το 15-30% των μελανωμάτων στη μαύρη φυλή.

Στα 2/3 των περιπτώσεων εμφανίζεται ως σκουρόχρωμη, επιμήκης ταινία στην ονυχιαία πλάκα, γνωστή ως επιμήκης μελανωνυχία. Στο 1/3 των περιπτώσεων το μελάνωμα είναι αμελανωτικό και εμφανίζεται σαν μάζα υπονυχίου ή ανωμαλία της ονυχιαίας πλάκας.

Σε πολλούς ασθενείς τίθεται αρχικά λανθασμένα η διάγνωση καλοήθους κατάστασης και έτσι καθυστερεί η διάγνωση του μελανώματος. Λόγω αυτής της καθυστέρησης το υπονύχιο μελάνωμα έχει φτωχή πρόγνωση με αναφερόμενη 5ετή και 10ετή επιβίωση 30% και 13% αντίστοιχα.

Ενδείξεις για βιοψία όνυχος σε περίπτωση επιμήκους μελανωνυχίας αποτελούν:

  • Μελανωνυχία, που αναπτύσσεται κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής, εμφανίζεται σε έναν μόνο όνυχα και αυξάνει σε μέγεθος με μεγάλη ταχύτητα.
  • Επιμήκης μελανωνυχία>4mm σε πλάτος
  • Προϋπάρχουσα επιμήκης μελανωνυχία, που αυξάνει σε πλάτος, γίνεται πιο σκουρόχρωμη ή αποκτά πλάγια ασαφή όρια
  • Επιμήκης μελανωνυχία που σχετίζεται με ονυχιαία δυστροφία
  • Μελανωνυχία που εκτείνεται στις ονυχιαίες πτυχές (σημείο Hutchinson)

O μνημονικός κανόνας ABCDEF είναι αρκετά βοηθητικός στην απομνημόνευση των κλινικών χαρακτηριστικών που εγείρουν την υποψία μελανώματος:

  • Αge=ηλικία ασθενούς (μέγιστη επίπτωση στην 5η-7η 10ετία της ζωής)
  • Βand=περιοχή καφε-μαύρου χρώματος, Βreadth=εύρους>3mm, Border=όρια ακανόνιστα και ασαφή
  • Change=αλλαγή στα χαρακτηριστικά του όγκου, όπως γρήγορη αύξηση στο μέγεθος
  • Digit=δάχτυλο που προσβάλλεται. Κατά σειρά συχνότητας είναι: αντίχειρας>το μεγάλο δάκτυλο του άκρου ποδός>δείκτης>προσβολή ενός δακτύλου>προσβολή πολλαπλών δακτύλων
  • Εxtension=επέκταση της δυσχρωμίας στην εγγύς ή πλάγια ονυχιαία πτυχή ή στο ελεύθερο άκρο της ονυχιαίας πλάκας
  • Family=οικογενειακό ιστορικό μελανώματος

Η δερματοσκόπηση της βλάβης είναι ιδιαίτερα βοηθητική στη διάγνωση του ονυχιαίου μελανώματος. Παρ’ όλα αυτά η ιστολογική εξέταση θα θέσει την οριστική σφραγίδα της διάγνωσης.

Η βιοψία όνυχος είναι μια διαδικασία, η οποία διενεργείται για τη διάγνωση κλινικά αμφιλεγόμενων παθήσεων ή δυστροφιών αυτού, για την αφαίρεση όγκων της περιοχής ή την ανακούφιση από επώδυνες καταστάσεις.

Η επιλογή της τεχνικής της βιοψίας εξαρτάται από την ακριβή εντόπιση της παθολογικής κατάστασης της ονυχιαίας μονάδας και τον κίνδυνο μόνιμης ουλής. Ανεξάρτητα από την τεχνική, που τελικά θα χρησιμοποιηθεί, η ονυχιαία πλάκα θα αφαιρεθεί μερικώς ή πλήρως ή απλά θα διατρηθεί με στόχο να επιτευχθεί επαρκής πρόσβαση στο σημείο της βιοψίας.

Η βιοψία της κοίτης του όνυχος είναι χρήσιμη στη διάγνωση λοιμώξεων (ονυχομυκητιάσεις), φλεγμονωδών παθήσεων (ψωρίαση, ομαλός λειχήνας) και νεοπλασματικών καταστάσεων (ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα, μελάνωμα).

H βιοψία της ονυχιαίας πτυχής ενδείκνυται σε περιπτώσεις φλεγμονών και τοπικά εντοπιζόμενων όγκων. Η μοναδική πιο σημαντική ένδειξη για τη βιοψία της μήτρας του όνυχα είναι ο αποκλεισμός ή η επιβεβαίωση της διάγνωσης υπονύχιου μελανώματος σε ασθενή με επιμήκη μελανωνυχία. Οι τεχνικές με τις οποίες διενεργείται η βιοψία όνυχος περιλαμβάνουν τη διάτρηση με λήψη ιστοτεμαχίου (punch biopsy), την ελλειπτική εκτομή (elliptical excision) ή την εκτομή κατ’ εφαπτομένη (shave biopsy).

PUNCH BIOPSY

ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΟΝΥΧΑ

Οι χειρουργικές επεμβάσεις των ονύχων διενεργούνται με στόχο τη διάγνωση κλινικά αμφιλεγόμενων παθολογικών καταστάσεων και δυστροφιών, την αφαίρεση καλοήθων και κακοήθων ονυχιαίων όγκων και την ανακούφιση από τον πόνο, που έχει δευτεροπαθώς προκληθεί από τραυματισμούς της περιοχής.

Η προεγχειρητική εκτίμηση του ασθενούς, που θα υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση όνυχα, περιλαμβάνει τη λήψη πλήρους ιστορικού και τη στοχευμένη κλινική εξέταση. Η αντιβιοτική προφύλαξη δεν είναι γενικά απαραίτητη, αλλά ενδείκνυται σε ασθενείς με αυξημένο κίνδυνο μετεγχειρητικών λοιμώξεων.

Το συχνότερα χρησιμοποιούμενο τοπικό αναισθητικό είναι η ξυλοκαίνη 1-2% σε συνδυασμό με επινεφρίνη, η οποία είναι αγγειοσυσπαστικός παράγοντας και κατ’ επέκταση μειώνει την αιμορραγία. Παρ’ όλα αυτά δε χρησιμοποιείται σε ασθενείς με περιφερική αγγειακή νόσο λόγω του αυξημένου κινδύνου ισχαιμίας ή και εμφράκτου τοπικά.

Η αναισθησία μπορεί να πραγματοποιηθεί με δύο τρόπους: στελεχιαία ή τοπικά περιονύχια. Η τοπική περιονύχια προτιμάται, γιατί είναι λιγότερο επώδυνη, απαιτεί μικρότερη ποσότητα αναισθητικού και χρειάζεται λιγότερο χρόνο.

Η πλήρης ή μερική αφαίρεση της ονυχιαίας πλάκας ενδείκνυται στις περισσότερες περιπτώσεις, για να επιτευχθεί μέγιστη αποκάλυψη και πρόσβαση στην μήτρα και στην κοίτη του όνυχα.

Η en bloc αφαίρεση της ονυχιαίας μονάδας είναι θεραπεία εκλογής για πρωτοπαθείς κακοήθεις όγκους του όνυχα, όπως το μελάνωμα in situ και το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα.

Καταστάσεις που απαιτούν ειδική χειρουργική προσέγγιση είναι:

  • Η επιμήκης μελανωνυχία
  • Η επιμήκης ερυθρονυχία
  • Η μυξοειδής ψευδοκύστη
  • Το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα
  • Το γλομαγγείωμα

Τα μέτρα για τον έλεγχο του μετεγχειρητικού πόνου περιλαμβάνουν κατάλληλη επίδεση του άκρου, ανύψωση αυτού πάνω από το επίπεδο της καρδιάς και λήψη αναλγητικών από το στόμα.

Η πιο συνήθης επιπλοκή της χειρουργικής όνυχα είναι η μόνιμη δυστροφία αυτού.

Διαταραχές ονύχων όπως η είσφρυση, η απώλεια της φυσιολογικής κυρτότητας της ονυχιαίας πλάκας, υπερτροφικοί όνυχες ή όνυχες με πόνο ή λοίμωξη είναι πολύ συνήθεις σε ενήλικες. Μια ποικιλία χειρουργικών τεχνικών εφαρμόζονται με στόχο τη θεραπεία των υποκείμενων διαταραχών και την ανακούφιση των συμπτωμάτων. Μερικές από αυτές περιγράφονται παρακάτω.

Αποκοπή-αφαίρεση ονυχιαίας πλάκας: Είναι μια διαδικασία κατά την οποία μέρος ή ολόκληρη η ονυχιαία πλάκα αποκολλάται από την κοίτη της. Αυτό είναι πολλές φορές απαραίτητο τόσο για διαγνωστικούς όσο και για θεραπευτικούς σκοπούς. Αφαιρώντας την ονυχιαία πλάκα υπάρχει δυνατότητα εξέτασης και άμεσου ελέγχου της κοίτης και της μήτρας του όνυχα. Είναι εξαιρετικά επώδυνη μέθοδος, γι’ αυτό απαιτεί επαρκή αναισθησία στελεχιαία ή τοπικά περιονύχια.

Μερικές φορές μπορεί να επισυμβεί τραυματική αποκοπή όνυχος. Σε αυτήν την περίπτωση καλό είναι να κοντύνει η ονυχιαία πλάκα σε μήκος και να καλυφθεί με επίδεσμο για να αποφευχθεί περαιτέρω καταστροφή. Ο στόχος είναι η διατήρηση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου τμήματος προσκολλημένου όνυχα προς αποφυγή μεγαλύτερης βλάβης και υπερκεράτωσης της κοίτης του όνυχα.

Χημική εκτομή της μήτρας: Πρόκειται για μια χημική καταστροφή τμήματος ή ολόκληρης της μήτρας του όνυχα, με στόχο την αναστολή της αύξησης της ονυχιαίας πλάκας. Ενδείξεις αποτελούν η υποτροπιάζουσα ή χρόνια είσφρυση όνυχος καθώς και η απώλεια της φυσιολογικής κυρτότητας αυτού συνοδευόμενη από συχνό πόνο και λοιμώξεις. Παλαιότερα η χειρουργική αφαίρεση της μήτρας περιελάμβανε και ακρωτηριασμό του υποκείμενου οστού και συνοδευόταν από μεγάλο χρόνο αποθεραπείας και παραμόρφωση.  Η σχετικά πρόσφατη τεχνική της χημικής καταστροφής διενεργείται πιο εύκολα, με ελάχιστη αιμορραγία, μικρό χρόνο αποθεραπείας, χωρίς σημαντική παραμόρφωση και συγκρίσιμα αποτελέσματα με τις χειρουργικές μεθόδους.

Ο πόνος είναι η πιο κοινή επιπλοκή των παραπάνω χειρουργικών μεθόδων στην περιοχή του όνυχα. Μπορεί να ελεγχθεί με ανύψωση του προσβεβλημένου άκρου για 12-24 ώρες, την εφαρμογή παγωμένων επιθεμάτων και τη λήψη από του στόματος αναλγητικών.

Η χειρουργική όνυχος αντενδείκνυται σε ασθενείς με περιφερική αγγειακή νόσο. Όταν αυτή είναι απαραίτητη, καλό είναι να αποφεύγεται η επινεφρίνη στην αναισθησία, να χρησιμοποιείται στελεχιαία αντί τοπική περιονύχια, να περιορίζεται η περίδεση tourniquet και γενικά να προτιμώνται περισσότερο ανακουφιστικές από μόνιμες λύσεις προς αποφυγή του κινδύνου σε αυτούς τους ασθενείς.

Επιστροφή