Η ψωρίαση αποτελεί μια συχνή, χρόνια δερματοπάθεια, η οποία τυπικά χαρακτηρίζεται από ερυθηματώδεις κηλίδες και πλάκες, που καλύπτονται από αργυρόχροα λέπια. Οι περισσότερες περιπτώσεις ψωρίασης δεν είναι τόσο σοβαρές, ώστε να βλάψουν την υγεία του πάσχοντος.
Επιδημιολογία: Η συχνότητά της παγκοσμίως κυμαίνεται από 0.6-5%. Προσβάλλονται εξίσου άντρες και γυναίκες, ενώ εμφανίζεται κυρίως σε δύο διαφορετικές ηλικιακές περιόδους: η πρώτη αφορά νέα άτομα ηλικίας 20-30 ετών και η δεύτερη άτομα ηλικίας 50-60 ετών.
Συνήθεις ερωτήσεις που αφορούν στην ψωρίαση:
Ποιοι είναι οι εκλυτικοί παράγοντες για την εμφάνιση ψωρίασης;
Παρ’ όλο που η κληρονομική προδιάθεση παίζει σημαντικό ρόλο, πολλοί άλλοι περιβαλλοντικοί και μη παράγοντες συμβάλουν στην εμφάνιση της νόσου. Τέτοιοι παράγοντες είναι: οι λοιμώξεις, το ψυχικό stress, φυσικά τραύματα και φάρμακα (αντιυπερτασικά: β-blockers και α-ΜΕΑ, λίθιο (αντικαταθλιπτικό), ανθελονοσιακά, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, τερμπιναφίνη).
Ασθενείς με ψωρίαση παρουσιάζουν βελτίωση της κλινικής τους εικόνας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, λόγω της αυξημένης έκθεσης στην υπεριώδη ακτινοβολία του ηλίου και λόγω της αυξημένης υγρασίας.
Το κάπνισμα και το αλκοόλ σχετίζεται επίσης με αυξημένο κίνδυνο ψωρίασης και αυξανόμενη σοβαρότητα εκδήλωσής της.
Ένας σημαντικός επίσης αριθμός παραγόντων, που καθορίζουν τον τρόπο ζωής ίσως να έχουν σχέση με την ψωρίαση. Σε ενήλικες και παιδιά η ψωρίαση έχει συσχετιστεί με την παχυσαρκία και τον αυξημένο δείκτη μάζας σώματος (BMI). Αυτό ερμηνεύεται από την αυξημένη συγκέντρωση προφλεγμονωδών κυτοκινών, συμπεριλαμβανομένου και του TNF-a, που ανευρίσκονται σε ιστούς και στον ορό των παχύσαρκων ατόμων.
Ενώ παλαιότερα η ψωρίαση αποδίδονταν κυρίως σε αύξηση του πολλαπλασιασμού των κερατινοκυττάρων, πρόσφατα έχει αποδειχθεί ότι αποτελεί μια εκδήλωση διαταραχής του ανοσιακού συστήματος του οργανισμού.
Πώς εκδηλώνεται κλινικά η ψωρίαση;
Η ψωρίαση συνήθως είναι εύκολο να διαγνωστεί κλινικά. Μη τυπικές ή μη κλασικές όμως μορφές μπορεί να είναι δύσκολο να αναγνωριστούν και να θεραπευτούν.
Ποιες είναι οι μορφές της ψωρίασης;
- Κατά πλάκας ψωρίαση
- Σταγονοειδής ψωρίαση
- Φλυκταινώδης ψωρίαση
- Ανάστροφη ψωρίαση
- Ψωρίαση ονύχων
- Ψωριασική ερυθροδερμία
Τι είναι η κατά πλάκας ψωρίαση;
Η κατά πλάκας ψωρίαση είναι ο πιο συχνός τύπος, με συχνότητα 80% όλων των περιπτώσεων ψωρίασης σε ενήλικες και 75% σε παιδιά.
Η κλινική εικόνα συνίσταται σε ερυθηματώδεις, σαφώς αφοριζόμενες και ελαφρώς επηρμένες πλάκες, οι οποίες καλύπτονται από λεπτά αργυρόχροα λέπια. Οι βλάβες κατανέμονται συμμετρικά στο τριχωτό της κεφαλής, στην εκτατική επιφάνεια των αγκώνων, στα γόνατα και στη ράχη. Το μέγεθός τους κυμαίνεται από 1-10cm. Συνήθως είναι συμπτωματικές ή παρουσιάζουν ήπιο κνησμό. Ενδελεχής κλινικός έλεγχος μπορεί να αποκαλύψει βοθρία στους όνυχες ή συμμετοχή των παρατριμματικών περιοχών, όπως η μεσογλουτιαία σχισμή και η περιομφαλική χώρα. Η ψωρίαση μπορεί επίσης να προσβάλει τον έξω ακουστικό πόρο με ερυθρότητα και απολέπιση.
Τι είναι η σταγονοειδής ψωρίαση:
Η σταγονοειδής ψωρίαση αναφέρεται σε μια αιφνίδια εμφάνιση πολλαπλών, μικρών ψωριασικών βλαβών, διαμέτρου μικρότερης από 1cm, που αρχικά προσβάλουν τον κορμό. Παρατηρούνται συνήθως σε παιδιά και νεαρούς ενήλικες μετά από οξεία στρεπτοκοκκική λοίμωξη, συνηθέστερα φαρυγγίτιδα, χωρίς προηγούμενο ιστορικό ψωρίασης.
Τι είναι ανάστροφη ψωρίαση;
Αναφέρεται σε παρουσία ψωριασικών βλαβών σε παρατριμματικές περιοχές, όπως στη βουβωνική χώρα, περίνεο, γεννητική περιοχή, μεσογλουτιαία σχισμή, μασχάλες και υπομαζική χώρα. Ονομάζεται ανάστροφη, διότι δεν παρουσιάζει την τυπική κατανομή στις εκτατικές επιφάνειες, όπως συμβαίνει συνήθως. Αυτός ο τύπος μπορεί εύκολα να διαγνωστεί λανθασμένα ως μυκητιασική ή βακτηριακή λοίμωξη, ειδικά αν απουσιάζουν τα λέπια.
Τι είναι η φλυκταινώδης ψωρίαση;
Η φλυκταινώδης ψωρίαση μπορεί να αποτελέσει μια σοβαρή μορφή ψωρίασης, απειλητική για τη ζωή του ασθενούς. Η οξεία εμφάνιση διάχυτου ερυθήματος, απολέπισης και επιφανειακών φλυκταινιδίων με διαβρώσεις αποτελεί την πιο σοβαρή ποικιλία φλυκταινώδους ψωρίασης. Πιθανά συνοδά συμπτώματα είναι: πυρετός, κακουχία, διάρροια, λευκοκυττάρωση και υποκαλιαιμία.
Τι είναι η ψωριασικής ερυθροδερμία;
Αποτελεί σπάνια μορφή ψωρίασης, μπορεί να είναι οξεία ή χρόνια και χαρακτηρίζεται από γενικευμένο ερύθημα και απολέπιση. Οι ασθενείς κινδυνεύουν από επιπλοκές, αποτέλεσμα διαταραχής του επιδερμιδικού φραγμού, όπως λοιμώξεις και ηλεκτρολυτικές διαταραχές.
Η ψωρίαση είναι πάθηση που προσβάλλει μόνο το δέρμα;
- Ψωρίαση και οφθαλμοί: Διαταραχές των οφθαλμών, όπως βλεφαρίτιδα, επιπεφυκίτιδα, ξηρότητα, διαταραχές κερατοειδούς και ραγοειδίτιδα εμφανίζονται με αυξημένη συχνότητα σε ασθενείς με ψωρίαση.
- Ψωρίαση και νύχια: Υπολογίζεται ότι αλλοιώσεις στα νύχια εμφανίζονται σε πάνω από τους μισούς πάσχοντες από ψωρίαση και μπορεί να αποτελούν τη μοναδική εκδήλωση της νόσου. Οι κλινικές εκδηλώσεις εξαρτώνται από την προσβολή της μήτρας (εκδηλώνεται με βοθρία στην επιφάνεια της ονυχιαίας πλάκας) ή της κοίτης (κιτρινοπράσινη δυσχρωμική κηλίδα-κηλίδα ελαίου) των ονύχων.
- Ψωρίαση και αρθρώσεις: Ένας αριθμός επίσης πασχόντων αναπτύσσουν ψωριασική αρθρίτιδα.
Πώς διαγιγνώσκεται η ψωρίαση;
Η διάγνωση της ψωρίασης τίθεται συνήθως από το ιστορικό και την κλινική εικόνα του ασθενούς. Σπάνια χρειάζεται βιοψία δέρματος προς αποκλεισμό άλλων παθήσεων. Δεν υπάρχουν ειδικές εργαστηριακές εξετάσεις για την επιβεβαίωση ή τον αποκλεισμό της ψωρίασης.
Πώς μπορεί να επηρεάσει η ψωρίαση την ψυχολογία του ασθενούς;
Η ψωρίαση μπορεί να αποτελέσει έναν επιβαρυντικό παράγοντα για την ψυχολογία του ασθενούς και να οδηγήσει σε καταστάσεις χαμηλής αυτοεκτίμησης ή και κατάθλιψης. Ο θεράπων δερματολόγος πρέπει να αφιερώνει χρόνο στον ασθενή του και να διαψεύδει την εντύπωση, πως η ψωρίαση αποτελεί μια αποκρουστική και μεταδοτική νόσο.
Πώς επιλέγεται η θεραπεία στην ψωρίαση;
Το βασικό δίλλημα, που τίθεται πάντα στη θεραπεία της ψωρίασης, είναι η επιλογή ανάμεσα στη συστηματική και την τοπική. Παρ’ όλα αυτά η λήψη συστηματικής αγωγής δεν αποκλείει την ανάγκη ταυτόχρονης χορήγησης τοπικών σκευασμάτων. Η τοπική θεραπεία παρέχει συμπτωματική ανακούφιση, και ελαχιστοποιεί τις απαιτούμενες δόσεις της συστηματικής αγωγής.
Γι αυτό το λόγο, πριν το σχεδιασμό της προτεινόμενης θεραπείας, πρέπει οι ασθενείς να κατηγοριοποιούνται, ανάλογα με τη σοβαρότητα, σε δύο ομάδες: αυτούς με ήπια έως μέτρια μορφή ψωρίασης και αυτούς με μέτρια έως σοβαρή μορφή. Ασθενείς της πρώτης κατηγορίας μπορούν να ελεγχθούν συνήθως με τοπικά σκευάσματα ενώ αυτοί της δεύτερης απαιτούν συστηματική αγωγή. Η εντόπιση της νόσου και η παρουσία ή μη ψωριασικής αρθρίτιδας είναι επίσης καθοριστικά για την επιλογή. Η ψωρίαση για παράδειγμα προσώπου, παλαμών και πελμάτων, που επηρεάζει τις δραστηριότητες και την κοινωνική ζωή του ατόμου ίσως χρειαστούν πιο επιθετικά θεραπευτικά σχήματα.
Μέτρια έως σοβαρή χαρακτηρίζεται η ψωρίαση, που καταλαμβάνει περισσότερο από 5-10% της επιφάνειας του ανθρώπινου σώματος (η παλάμη του ενός χεριού ισοδυναμεί με 1% της επιφάνειας του ανθρώπινου σώματος) ή εντοπίζεται στο πρόσωπο, στα πέλματα ή στις παλάμες.
Ποια τοπικά σκευάσματα είναι διαθέσιμα για τη θεραπεία της ψωρίασης;
Α) Μαλακτικά: Η ενυδάτωση και η χρήση μαλακτικών σκευασμάτων μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά στην αντιψωριασική αγωγή, καθώς διατηρώντας το δέρμα μαλακό και ενυδατωμένο περιορίζονται τα συμπτώματα του κνησμού και της τάσης.
Β) Κορτικοστεροειδή: Τα τοπικά κορτικοστεροειδή παραμένουν στην πρώτη γραμμή επιλογής της τοπικής αντιψωριασικής θεραπείας, παρά την προσθήκη νέων παραγόντων στη θεραπευτική φαρέτρα. Δρουν περιορίζοντας τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό, κατά της φλεγμονής και καταστέλλοντας το ανοσιακό σύστημα. Η εφαρμογή τους γίνεται συνήθως δύο φορές ημερησίως. Οι περισσότεροι ασθενείς δείχνουν γρήγορη ανταπόκριση με σημαντικό περιορισμό της φλεγμονής, αλλά η διάρκεια πλήρους ύφεσης των βλαβών δεν μπορεί να προσδιοριστεί.
Γ) Τοπικά ανάλογα της βιταμίνης D: Περιλαμβάνουν την καλσιποτριόλη και την καλσιτριόλη. Παρ’ όλο που αυτές οι ουσίες είναι αποτελεσματικές ως μονοθεραπεία για πολλούς ασθενείς, μια συστηματική ανασκόπηση κατέδειξε πιο αποτελεσματικό το συνδυασμό τους με κάποιο τοπικό κορτικοστεροειδές.
Δ) Πίσσα: Ο τρόπος δράσης της πίσσας στην ψωρίαση δεν είναι απόλυτα διευκρινισμένος. Μία γνωστή ιδιότητά της είναι η αναστολή του κυτταρικού πολλαπλασιασμού. Η πίσσα είναι διαθέσιμη στο εμπόριο με τη μορφή σαμπουάν, κρεμών, λοσιόν, αλοιφών, τα οποία εφαρμόζονται μια φορά ημερησίως. Το μειονέκτημά τους συνίσταται στη δυσάρεστη μυρωδιά και στην ιδιότητά τους να λεκιάζουν.
Ε) Ταζαροτένη: Η ταζαροτένη είναι τοπικό ρετινοειδές, ασφαλές και αποτελεσματικό στην τοπική θεραπεία της ψωρίασης.
ΣΤ) Αναστολείς καλσινευρίνης: Το πιμεκρόλιμους και το τακρόλιμους ανήκουν σ’ αυτήν την κατηγορία και είναι αποτελεσματικά. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο πρόσωπο και σε παρατριμματικές περιοχές, στις οποίες καλό είναι να αποφεύγονται τα τοπικά κορτικοστεροειδή.
Βοηθά η υπεριώδης ακτινοβολία στην ψωρίαση;
Η υπεριώδης ακτινοβολία έχει αναγνωριστεί ως βοηθητικός παράγοντας στην ύφεση των ψωριασικών βλαβών. Αποδεικτικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι ασθενείς με ψωρίαση παρουσιάζουν βελτίωση τους καλοκαιρινούς μήνες. Ο τρόπος δράσης της έγκειται στην αναστολή της κερατινοποίησης και στις αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες τους. Πριν την επιλογή αυτής της θεραπείας, πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν οι κίνδυνοι, που αυτή ενέχει, όπως η φωτογήρανση και η αυξημένη πιθανότητα ανάπτυξης δερματικής κακοήθειας.
Ποιες είναι οι συστηματικές θεραπείες που χρησιμοποιούνται στην ψωρίαση;
Επιλογές στη συστηματική θεραπεία αποτελούν τα ανοσοκατασταλτικά ή ανοσορρυθμιστικά φάρμακα, όπως η μεθοτρεξάτη και η κυκλοσπορίνη και οι βιολογικοί παράγοντες. Τα συστηματικά ρετινοειδή, τα οποία βελτιώνουν την ψωρίαση μέσω της δράσης τους στον κυτταρικό πολλαπλασιασμό και διαφοροποίηση, όπως και στην ανασορρύθμιση, μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν στη θεραπεία της ψωρίασης.
Α) Μεθοτρεξάτη: Η μεθοτρεξάτη, ανταγωνιστής του φολικού οξέος, έχει χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά στη θεραπεία της ψωρίασης για πάνω από 30 χρόνια. Είναι επίσης αποτελεσματική στη θεραπεία της ψωριασικής αρθρίτιδας και της ψωριασικής ονυχίας. Οι αρχικές σκέψεις γύρω από το μηχανισμό δράσης της επικεντρώθηκαν στην ικανότητα αναστολής σύνθεσης του DNA στα κύτταρα της επιδερμίδας. Πρόσφατες όμως έρευνες υποστηρίζουν το ενδεχόμενο της ανοσοκατασταλτικής της δράσης. Συνήθως χορηγείται από το στόμα, ενδοφλέβια, ενδομυϊκά ή υποδόρια σε διακοπτόμενο σχήμα: χαμηλή δόση μια φορά εβδομαδιαίως. Σε αντίθεση με την κυκλοσπορίνη, η οποία μπορεί να χορηγηθεί για μικρά χρονικά διαστήματα, η μεθοτρεξάτη μπορεί να χορηγηθεί για μακράς διάρκειας περιόδους.
Β) Ρετινοειδή: Τα συστηματικά ρετινοειδή (παράγωγα της βιταμίνης D) ενδείκνυνται σε ασθενείς με βαριά ψωρίαση, όπως η φλυκατινώδης μορφή και η ψωριασική ερυθροδερμία.
Ο έλεγχος για υπετριγλυκεριδαιμία και ηπατοτοξικότητα είναι απαραίτητος σε ασθενείς που λαμβάνουν συστηματικά ρετινοειδή. Επίσης μπορούν να προκαλέσουν αλωπεκία και χειλίτιδα και έχουν τερατογόνο δράση. Γι’ αυτό η εγκυμοσύνη αντενδείκνυται έως και 3 χρόνια μετά τη διακοπή της θεραπείας.
Γ) καλσινευρίνης: Σε αυτούς ανήκει η κυκλοσπορίνη, που χρησιμοποιείται σε ασθενείς με σοβαρή ψωρίαση. Η θεραπεία με κυκλοσπορίνη επιβάλλει τακτικό έλεγχο της νεφρικής λειτουργίας και της αρτηριακής πίεσης.
Δ) Βιολογικοί παράγοντες: Έτσι ονομάζονται φάρμακα, που παράγονται με τεχνικές μοριακής γενετικής και είναι αντισώματα ή ουσίες του οργανισμού, που τροποποιούν την ανοσολογική απάντηση αυτού. Ήρθαν να καλύψουν την ανάγκη για μια εκλεκτική συστηματική θεραπεία καθώς και την ανάγκη για συνεχή θεραπεία μακρύτερης διάρκειας, με στόχο τη συμμόρφωση του ασθενούς και την καλύτερη κλινική απάντηση. Oι περισσότεροι διαθέσιμοι βιολογικοί παράγοντες ενδείκνυνται σε ασθενείς άνω των 18 ετών, με μέτρια έως σοβαρή ψωρίαση, που καλύπτει πάνω από το 10% της επιφάνειας σώματος, καθώς και σε αυτούς που είναι ανθεκτικοί ή έχουν αντένδειξη για άλλη συστηματική θεραπεία. Υπάρχουν επαρκείς και σαφείς ενδείξεις για την αποτελεσματικότητα αυτών των νέων συστηματικών θεραπειών. Μειονέκτημα αυτών αποτελεί το υψηλό τους κόστος.