Έλεγχος σπίλων και χαρτογράφηση

Η επίπτωση του καρκίνου δέρματος (π.χ μελάνωμα, βασικοκυτταρικό καρκίνωμα, ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα) έχει αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες. Παράλληλα, όμως, έχουν αναπτυχθεί και νέες τεχνολογίες αλλά και επαναστατικές θεραπευτικές επιλογές για την αποτελεσματικότερη διάγνωση και αντιμετώπιση του, αντίστοιχα. Όσον αφορά το κομμάτι της διάγνωσης, η δερματοσκόπηση αποτελεί πλέον μια αποδεδειγμένη διαγνωστική μέθοδο όταν εφαρμόζεται από εξειδικευμένο Δερματολόγο με το δερματοσκόπιο χειρός να θεωρείται πια το στηθοσκόπιο του. Με τη χρήση μεγέθυνσης (συνήθως x10) αλλά και πηγής φωτός (πολωμένου και μη πολωμένου), το δερματοσκόπιο, θα έλεγε κανείς, πως αποτελεί το ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ του γυμνού οφθαλμού και της ιστολογίας. Συμβάλλει, δε, με αυτόν τον τρόπο σε καλύτερη διαγνωστική ακρίβεια (αυξημένη ευαισθησία και ειδικότητα) για το μελάνωμα, πρωτίστως, αλλά και τους υπόλοιπους καρκίνους δέρματος. Σε συνδυασμό, μάλιστα, με την ολοσωματική κλινική και δερματοσκοπική απεικόνιση (χαρτογράφηση), θεωρείται η πλέον αξιόπιστη μέθοδος αφενός μεν για την έγκαιρη ανίχνευση μελανώματος αφετέρου δε για την αποφυγή άσκοπης αφαίρεσης καλοηθών δερματικών βλαβών.

Ολοσωματική κλινική και δερματοσκοπική εξέταση (έλεγχος σπίλων)

Αποτελεί μια εύκολη, σχετικά γρήγορη και ανώδυνη διαδικασία. Όταν ο ασθενής προσέρχεται στο δερματολογικό ιατρείο για έλεγχο σπίλων, θα του ζητηθεί να ξεντυθεί και να παραμείνει μόνο με τα εσώρουχα του. Στη συνέχεια, θα ξαπλώσει στο εξεταστικό κρεβάτι και ο ιατρός θα τον εξετάσει ολοσωματικά τόσο κλινικά όσο και με το δερματοσκόπιο χειρός. Συγκεκριμένα, ελέγχονται μία- μία όλες οι βλάβες (κηλίδες, βλατίδες, οζίδια, πλάκες κλπ) που υπάρχουν στο δέρμα σε όλο το σώμα, μελαγχρωματικές και μη. Σε περίπτωση «κρυμμένων» βλαβών είτε κάτω από τα εσώρουχα είτε στο τριχωτό κεφαλής, εξετάζονται και αυτές. Επίσης, σε περίπτωση διαγνωστικής αμφιβολίας κάποιας μεμονωμένης βλάβης, αυτή απεικονίζεται κλινικά και δερματοσκοπικά ώστε να μπορεί να παρακολουθηθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα που κυμαίνεται από 4 έως 6 μήνες (short term follow up). Η εξέταση διαρκεί λίγα λεπτά και με το πέρας της ο ασθενής ενημερώνεται για το αποτέλεσμα της, του δίνονται εξατομικευμένες οδηγίες και συμβουλές και συζητούνται οι θεραπευτικές επιλογές εάν προκύψει ανάγκη.  Η φύση της εξέτασης έχει κατά κύριο λόγο προληπτικό χαρακτήρα με εξαίρεση τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες ο ασθενής παραπέμφθηκε από άλλον γιατρό ή ανέτρεξε από μόνος του για κάτι που παρατήρησε ο ίδιος στο δέρμα του και τον ανησύχησε. Έτσι, λοιπόν, ο έλεγχος σπίλων ενδείκνυται προληπτικά για όλον τον πληθυσμό άπαξ και οπωσδήποτε συνίσταται σε γυναίκες μετά την ηλικία των 35 ετών και σε άντρες μετά την ηλικία των 40 ετών να διενεργείται μια φορά ετησίως. Από τα ευρήματα της πρώτης εξέτασης καθορίζεται η αναγκαιότητα ή μη διενέργειας ψηφιακής απεικόνισης (χαρτογράφησης) ενώ το πλάνο παρακολούθησης δύναται να τροποποιηθεί εάν αυτό κριθεί σκόπιμο.

Ολοσωματική κλινική και δερματοσκοπική απεικόνιση (χαρτογράφηση)

Σε περίπτωση που στην παραπάνω εξέταση εντοπιστούν παράγοντες κινδύνου, τότε προτείνεται η διενέργεια χαρτογράφησης. Η χαρτογράφηση αποτελεί στην ουσία την ψηφιακή απεικόνιση της ολοσωματικής κλινικής και δερματοσκοπικής εξέτασης και γίνεται κατά κύριο λόγο για λόγους παρακολούθησης. Συγκεκριμένα, απεικονίζεται η κλινική και δερματοσκοπική μορφολογία όλων ή των περισσότερων σπίλων του ασθενούς με την τοπογραφική κατανομή τους πάνω στο σώμα. Όταν ο ασθενής προσέρχεται στο δερματολογικό ιατρείο για χαρτογράφηση, θα του ζητηθεί πάλι να ξεντυθεί και να παραμείνει μόνο με τα εσώρουχα του. Στη συνέχεια, θα σταθεί όρθιος μπροστά από το μηχάνημα της χαρτογράφησης και θα του ζητηθεί να λάβει μια σειρά από συγκεκριμένες στάσεις σώματος ενώ παράλληλα λαμβάνονται αυτοματοποιημένες κλινικές φωτογραφίες από την κάμερα του μηχανήματος. Στη συνέχεια,  θα ξαπλώσει στο εξεταστικό κρεβάτι και ο ιατρός θα απεικονίσει με τη δερματοσκοπική κάμερα του μηχανήματος όλους ή σχεδόν όλους (όποιους θεωρεί ο ίδιος απαραίτητο) τους σπίλους που έχει μαρκάρει αριθμητικά πάνω στις κλινικές φωτογραφίες που έχουν ληφθεί προηγουμένως. Το δέρμα ελέγχεται ολοσωματικά με τον ίδιο τρόπο που περιγράφηκε και στην απλή εξέταση. Η εξέταση διαρκεί περίπου 20 με 30 λεπτά και με το πέρας της ο ασθενής ενημερώνεται για το αποτέλεσμα της, του δίνονται εξατομικευμένες οδηγίες και συμβουλές και συζητούνται οι θεραπευτικές επιλογές εάν προκύψει ανάγκη. Το αρχείο της χαρτογράφησης παραμένει στο μηχάνημα για μελλοντική παρακολούθηση (φυσικά εάν το θελήσει ο ασθενής μπορεί να παραλάβει και ο ίδιος αντίγραφο του). Την επόμενη φορά που θα έρθει ο ασθενής για επανάληψη της χαρτογράφησης, ακολουθείται η ίδια διαδικασία όπως περιγράφηκε παραπάνω. Με τον τρόπο αυτό, μπορεί να γίνει συγκριτικός έλεγχος ανά πάσα στιγμή τόσο της κλινικής εικόνας όσων και των επιμέρους δερματοσκοπικών. Έτσι, παρέχεται η δυνατότητα ανίχνευσης τόσο των νέων βλαβών όσο και των μορφολογικών μικρομεταβολών στις ήδη υπάρχουσες επιτυγχάνοντας την ανεύρεση μελανωμάτων σε πολύ πρώιμο στάδιο που μπορεί να μην φέρουν ακόμα τα κλασικά και θορυβώδη δερματοσκοπικά κριτήρια του μελανώματος. Τέλος, η διαδικασία αυτή συμβάλλει στο να αποφεύγονται οι «περιττές» χειρουργικές αφαιρέσεις βλαβών που μπορεί να προκαλούν διαγνωστική αμφιβολία εάν δεν εξεταστούν συγκριτικά. Δεδομένου ότι είναι μια αναίμακτη, χωρίς ακτινοβολία και ασφαλής διαδικασία, η χαρτογράφηση ενδείκνυται για όλους και εφόσον κάποιος το επιθυμεί. Όπως, όμως, προαναφέρθηκε συστήνεται ισχυρά σε ασθενείς που φέρουν παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση μελανώματος. Αυτοί περιλαμβάνουν σε γενικές γραμμές τον μεγάλο αριθμό σπίλων, την παρουσία μορφολογικά άτυπων σπίλων, τον ανοιχτό φωτότυπο και το ιστορικό ηλιακών εγκαυμάτων καθώς και το ιστορικό καρκίνου δέρματος (ατομικό ή οικογενειακό). Η χαρτογράφηση επαναλαμβάνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα τα οποία καθορίζονται ανάλογα με τα εξατομικευμένα χαρακτηριστικά του κάθε ατόμου συμπεριλαμβανομένων των παραγόντων κινδύνου. Συνήθως, όμως, αυτή επαναλαμβάνεται άπαξ ετησίως. Εξαίρεση αποτελεί η ύπαρξη προσωπικού ιστορικού μελανώματος, οπότε και οι έλεγχοι είναι πολύ συχνότεροι.

Χρύσα Παπαγεωργίου

Ιατρός Υποψήφια διδάκτωρ Α.Π.Θ

DERMOMEDICA