Η λεύκη αποτελεί μια συχνή διαταραχή της μελάγχρωσης καθώς προσβάλλει το 0,5-2% του συνολικού πληθυσμού. Είναι ένα νόσημα αυτοάνοσης αρχής γιατί το ίδιο το ανοσολογικό σύστημα του οργανισμού είναι υπεύθυνο για την καταστροφή των μελανινοκυττάρων.
Μια από τις σημαντικότερες θεραπείες στη λεύκη είναι η φωτοθεραπεία, δηλαδή η υπό ειδικές συνθήκες (ενέργεια, διάρκεια και συχνότητα) έκθεση στη UV (UVB ή UVA).
Η απουσία μελανίνης στο πάσχον δέρμα των ασθενών με λεύκη το καθιστά πιο ευαίσθητο στην φωτοκαταστροφή και η έκθεση στη UV αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης τόσο μελανώματος όσο και μη μελανινοκυτταρικών όγκων του δέρματος όπως είναι το βασικοκυτταρικό και το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα.
Από την άλλη μεριά, υπάρχουν δεδομένα που υποστηρίζουν το μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του δέρματος σε ασθενείς με λεύκη, τόσο στο πάσχον δέρμα τους όσο και στο μη προσβεβλημένο από τη λεύκη δέρμα. Και αυτός ο μικρότερος κίνδυνος δε σχετίζεται με τη λιγότερη έκθεση στην UV ούτε με την πιο επιμελή χρήση αντηλιακού από τους ασθενείς με λεύκη. Πώς μπορεί λοιπόν να εξηγηθεί;
Φαίνεται πως τα γονίδια που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της λεύκης μειώνουν ταυτόχρονα τον κίνδυνο εμφάνισης μελανώματος. Η λεύκη εμφανίζεται όταν το ανοσιακό σύστημα «επιτίθεται» στα μελανινοκύτταρα του δέρματος με αποτέλεσμα την παρουσία άσπρων κηλίδων και πλακών χωρίς μελάγχρωση. Αφού λοιπόν οι ασθενείς με λεύκη έχουν ένα «υπερδραστήριο» ανοσιακό σύστημα έναντι των φυσιολογικών μελανινοκυττάρων πιθανόν αυτό να είναι ικανό να επιτεθεί και έναντι των νεοπλασματικών μελανινοκυττάρων, τα οποία προκαλούν το μελάνωμα.
Αυτή όμως η παρατήρηση δε σημαίνει πως οι πάσχοντες από λεύκη δεν μπορούν ποτέ στη ζωή τους να αναπτύξουν μελάνωμα ή καρκίνους που δεν προέρχονται από τα μελανινοκύτταρα.
Ποιες λοιπόν είναι οι οδηγίες για τη συμπεριφορά απέναντι στον ήλιο, που θα πρέπει να υιοθετήσουν οι ασθενείς με λεύκη;
Το ατομικό ιστορικό λεύκης δεν αποτελεί απαγορευτικό παράγοντα για την οργάνωση καλοκαιρινών διακοπών σε βουνό ή θάλασσα. Παρ’ όλα αυτά θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν κάποιοι παράγοντες και να ακολουθούνται κάποιες βασικές συστάσεις με σκοπό την πρόληψη και προστασία του δέρματος των ασθενών με λεύκη:
- Αποφυγή έκθεσης στον ήλιο από τις 10 π.μ. έως και τις 4 μ.μ.
- Η άμμος, το νερό και το χιόνι αντανακλούν το 85% των ακτίνων του ηλίου. Ακόμη και υπό σκιά, το δέρμα μας απορροφά πάνω από το 50% της UV μέσω της αντανάκλασης.
- Λήψη μέτρων ηλιοπροστασίας όπως χρήση καπέλου, γυαλιών ηλίου, αντηλιακού και ειδικού προστατευτικού ρουχισμού που φέρει δείκτη προστασίας από τη UV.
Πώς είμαστε σίγουροι για τη χρήση του κατάλληλου αντηλιακού;
- Το αντηλιακό μας θα πρέπει να περιέχει φίλτρα προστασία για τις: UVA I, UVA II, UVB και IR
- Το αντηλιακό μας θα πρέπει να έχει αδιάβροχα φίλτρα καθώς η UV διεισδύει σε βάθος 10 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας
- Η επιλογή του αντηλιακού θα πρέπει να γίνει βάσει του φωτοτύπου μας: ανοιχτόχρωμα δέρματα των βόρειων χωρών είναι πιο επιρρεπή στα ηλιακά εγκαύματα από τα δέρματα των Μεσογειακών χωρών
- Η αποτελεσματικότητα του αντηλιακού προϊόντος εξαρτάται από τη σωστή εφαρμογή αυτού: ποσότητα 2mg/ cm² είναι αυτή που προσφέρει τη σωστή αντηλιακή προστασία
- Η επιλογή αντηλιακού με υψηλότερο δείκτη προστασίας δεν παρέχει απεριόριστη αντηλιακή προστασία. Το αντηλιακό θα πρέπει να ανανεώνεται κάθε 2 ώρες ή και νωρίτερα σε περίπτωση εφίδρωσης, μπάνιου κλπ.
- Η πρώτη εφαρμογή αντηλιακού θα πρέπει να προηγείται 20 λεπτά της έκθεσης στον ήλιο
- Εκτός από την προστασία από ηλιακά εγκαύματα του δέρματος με λεύκη, το αντηλιακό αποτρέπει από το μαύρισμα των μη προσβεβλημένων περιοχών μειώνοντας έτσι την αντίθεση μαυρισμένου υγιούς δέρματος και λευκού δέρματος της λεύκης
Μάγδα Μανώλη, Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος